Στη δήλωση καταδικάστηκε η εμπορία ανθρώπων ως «ένα ειδεχθές έγκλημα και ένα σοβαρό παγκόσμιο ζήτημα», τονίζοντας ότι «υπερβαίνει σύνορα» και συνιστά «σοβαρή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που προσβάλλει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια».
Αναδεικνύοντας πρόσφατα στοιχεία του UNODC, υπογραμμίστηκε η ραγδαία αύξηση των παιδιών-θυμάτων, αναφέροντας ότι πλέον αποτελούν «το 38% όλων των εντοπισμένων θυμάτων εμπορίας παγκοσμίως», με «αύξηση 31% σε σύγκριση με τα προ της πανδημίας επίπεδα» και ιδιαίτερα έντονη «αύξηση 38% μεταξύ των κοριτσιών».
Τα δύο κράτη χαιρέτισαν την εστίαση της έκθεσης στην εμπορία παιδιών σε καταστάσεις σύγκρουσης, συμφωνώντας ότι η «εκτεταμένη και συστηματική φύση της… απαιτεί επείγουσα προσοχή από τα κράτη, τα Ηνωμένα Έθνη και τους διεθνείς οργανισμούς».
Υπενθυμίζοντας σημαντικές επετείους, την 15η επέτειο του Παγκόσμιου Σχεδίου Δράσης και την 25η επέτειο του Πρωτοκόλλου του ΟΗΕ κατά της εμπορίας προσώπων, η δήλωση αναφέρθηκε στην επερχόμενη Υψηλού Επιπέδου Σύνοδο του Νοεμβρίου και τόνισε ότι η Πολιτική Διακήρυξη θα επικεντρωθεί στην «εμπορία παιδιών ως ένα από τα διαρκή ζητήματα εμπορίας».
Τονίστηκε επίσης ότι αποτελεί τιμή για την Κύπρο και το Τατζικιστάν να υπηρετήσουν ως «συμπροεδρεύοντες» στις διακυβερνητικές διαβουλεύσεις και στη διαμόρφωση της Διακήρυξης, κατά τη διάρκεια της θητείας του Philemon Yang.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ