Σύμφωνα με την Στατιστική Υπηρεσία Κύπρου (CYSTAT) τα αποτελέσματα της Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών 2023, αποκαλύπτουν μια ξεκάθαρη εικόνα για το πώς δαπανούν τα κυπριακά νοικοκυριά τα χρήματά τους.
Η μέση ετήσια καταναλωτική δαπάνη ανά νοικοκυριό ανήλθε σε €43.263, καταγράφοντας αύξηση 38,6% σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2015-2016).
Αντίστοιχα, η μέση δαπάνη ανά άτομο ανήλθε σε €25.216, δηλαδή 42,7% περισσότερη από την προηγούμενη περίοδο.
Νοικοκυριά με υψηλότερες δαπάνες
Σύμφωνα με την έρευνα, τα νοικοκυριά των αστικών περιοχών ξοδεύουν κατά μέσο όρο €44.548 τον χρόνο, έναντι €40.505 στα αγροτικά νοικοκυριά.
Η διαφορά αυτή αποδίδεται στο υψηλότερο κόστος ζωής στις πόλεις, με τις αυξήσεις να επηρεάζουν κυρίως στέγαση, μεταφορές και εστίαση.
Η στέγαση στο «κόκκινο»: 1 στα 4 ευρώ πηγαίνει σε ενοίκια και λογαριασμούς
Η στέγαση παραμένει η μεγαλύτερη κατηγορία δαπάνης, με μέσο ποσό €11.884 τον χρόνο, που αντιστοιχεί στο 27,5% του συνολικού οικογενειακού προϋπολογισμού.
Ακολουθούν τα είδη διατροφής (€6.254, 14,5%), οι μεταφορές (€5.004, 11,6%) και οι υπηρεσίες εστίασης και διαμονής (€4.777, 11%).
Οι αυξήσεις σε ενέργεια, ενοίκια και βασικά αγαθά οδήγησαν σε σημαντική επιβάρυνση των οικογενειακών προϋπολογισμών, με πολλές οικογένειες να αναγκάζονται να περιορίσουν δαπάνες σε άλλους τομείς, όπως αναψυχή ή εκπαίδευση.
Ραγδαίες αυξήσεις σε επικοινωνία, εκπαίδευση και υγεία
Από το 2015-2016 μέχρι σήμερα, οι δαπάνες για πληροφορική, επικοινωνίες και αναψυχή αυξήθηκαν κατά 26,5%, ενώ οι δαπάνες εκπαίδευσης σημείωσαν άνοδο 13,4%.
Η υγεία καταγράφει επίσης σημαντική αύξηση, 26,4%, με μέση δαπάνη €1.188 ανά νοικοκυριό, κάτι που συνδέεται τόσο με την εφαρμογή του ΓεΣΥ όσο και με την αύξηση του κόστους ιδιωτικών υπηρεσιών.
Το φαγητό και οι μετακινήσεις παραμένουν «βάρος»
Η έρευνα δείχνει πως το νοικοκυριό δαπανά περίπου €520 τον μήνα για φαγητό και ποτά, ενώ οι μετακινήσεις (καύσιμα, συντήρηση, εισιτήρια) απορροφούν άλλο ένα σημαντικό μέρος του εισοδήματος.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι δαπάνες για αλκοόλ και καπνό (€598 ετησίως) μειώθηκαν οριακά σε σχέση με το 2015-2016.