Σύμφωνα με το ισραηλινό πρακτορείο ειδήσεων Ynet, ο σχεδιασμός ξεκίνησε δύο έως τρεις μήνες πριν, με μυστικές συσκέψεις που πραγματοποιούνταν σχεδόν σε καθημερινή βάση.
Η Διεύθυνση Επιχειρήσεων του Γενικού Επιτελείου (IDF Operations Directorate) είχε τον κεντρικό ρόλο: Εκπόνησε διαφορετικά σενάρια δράσης, αξιολόγησε τα ρίσκα και συντόνισε τις υπηρεσίες. Μία φορά την εβδομάδα, ανώτατα στελέχη της Σιν Μπετ, της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και της Διεύθυνσης Επιχειρήσεων συνεδρίαζαν για να εξετάσουν τις εξελίξεις και να επικαιροποιήσουν το σχέδιο.
Η τελική έγκριση δόθηκε το βράδυ της Δευτέρας από τον υποστράτηγο Ιτσίκ Κοέν, επικεφαλής της Διεύθυνσης Επιχειρήσεων, λίγες ώρες πριν από τη συνάντηση της ηγεσίας της Χαμάς στη Ντόχα. Από το σημείο αυτό, η επιχείρηση τέθηκε σε πλήρη εφαρμογή.
Το κέντρο συντονισμού στο Ισραήλ
Η επιχείρηση οργανώθηκε από το ειδικό κέντρο επιχειρήσεων της Σιν Μπετ. Από εκεί παρακολουθούσαν σε πραγματικό χρόνο όλες τις φάσεις της αποστολής ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο υπουργός Άμυνας Ισραέλ Κατζ, ο υπηρεσιακός επικεφαλής της Σιν Μπετ, ο αναπληρωτής του, καθώς και ο επικεφαλής της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών.
Ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, αντιστράτηγος Εϊάλ Ζαμίρ, και ο διοικητής της Πολεμικής Αεροπορίας, υποστράτηγος Τομέρ Μπαρ, είχαν αναλάβει προσωπικά τη διεύθυνση της επιχείρησης, δεδομένης της ευαισθησίας του στόχου, αλλά και της εγγύτητας με ιρανικά συστήματα αεράμυνας.
Η επιχείρηση περιελάμβανε δέκα κατευθυνόμενες βόμβες μεγάλης ισχύος που έπληξαν τον στόχο με απόλυτη ακρίβεια. Παράλληλα, drones κατέγραφαν την εξέλιξη και μετέδιδαν εικόνα στο κέντρο επιχειρήσεων.
Η αιφνίδια πολιτική διάσταση
Παρά το γεγονός ότι η απόφαση για την επιχείρηση είχε ληφθεί καιρό πριν, ο Νετανιάχου επέλεξε να παρουσιάσει το πλήγμα ως άμεση απάντηση στις επιθέσεις της Δευτέρας στην Ιερουσαλήμ και στη Γάζα, όπου σκοτώθηκαν συνολικά δέκα Ισραηλινοί. Σε κοινή δήλωση με τον Ισραέλ Κατζ, τόνισε πως η Χαμάς έφερε την ευθύνη για τη σφαγή της 7ης Οκτωβρίου και συνέχιζε να οργανώνει επιθέσεις εναντίον Ισραηλινών πολιτών.
Η κυβέρνηση χαρακτήρισε την επιχείρηση «κλείσιμο του κύκλου» απέναντι σε όσους σχεδίασαν την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου.
Οι στόχοι της επίθεσης
Κατά τη διάρκεια του χτυπήματος στη Ντόχα, στο κτίριο βρίσκονταν σύμφωνα με ισραηλινές πληροφορίες οι Χαλίλ αλ-Χάγια, Χαλέντ Μασάλ, Μοχάμεντ Νταρουίς, Ράζι Χάμεντ και Ιζάτ αλ-Ρισκ. Αν και η Χαμάς υποστήριξε ότι τα μέλη της ηγεσίας διέφυγαν, ισραηλινές πηγές εκτιμούν πως αρκετοί τουλάχιστον τραυματίστηκαν.
Οι αντιδράσεις της Ντόχα και της περιοχής
Το Κατάρ αντέδρασε άμεσα, καταγγέλλοντας την επίθεση ως «δειλή ενέργεια» εναντίον κατοικημένου κτιρίου και «κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου». Η κυβέρνηση ανακοίνωσε την αναστολή της μεσολάβησής της στις διαπραγματεύσεις για τους ομήρους μέχρι νεωτέρας.
Η επιχείρηση καταδικάστηκε επίσης από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τη Σαουδική Αραβία και το Ιράν, με την Τεχεράνη να τονίζει ότι το χτύπημα υπονομεύει την περιφερειακή σταθερότητα.
Το μήνυμα του Ισραήλ
Για την Ιερουσαλήμ, το πλήγμα στη Ντόχα στέλνει σαφές μήνυμα: «Οι ηγέτες της Χαμάς δεν έχουν ασφαλές καταφύγιο». Η Σιν Μπετ υπενθύμισε την υπόσχεσή της από την αρχή του πολέμου: «Θα φτάσουμε στους ηγέτες της Χαμάς παντού».
Μετά τη δολοφονία του εκπροσώπου της στρατιωτικής πτέρυγας της Χαμάς, Αμπού Ομπάιντα, στη Γάζα, ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ Ζαμίρ είχε ήδη προειδοποιήσει: «Η πλειονότητα της ηγεσίας της Χαμάς έχει εξοντωθεί, αλλά δεν τελειώσαμε. Οι υπόλοιποι βρίσκονται στο εξωτερικό - και θα τους βρούμε κι εκεί».
ΠΗΓΗ: Newsbomb.gr