Ήταν μια πολιτική δήλωση αποστασιοποίησης, με σαφές παραλήπτη όχι μόνο το Προεδρικό, αλλά και το πολιτικό σύστημα συνολικά. Μια παρέμβαση που δείχνει ότι ο πρόεδρος του ΔΗΚΟ έχει ήδη αρχίσει να σκέφτεται την επόμενη μέρα και να προετοιμάζει το έδαφος για τις προεδρικές, του 2028.
Το παράδοξο, ή για κάποιους το πολιτικό τέχνασμα, είναι ότι το ΔΗΚΟ εξακολουθεί να βρίσκεται στον σκληρό πυρήνα της εξουσίας. Συμμετέχει στην κυβέρνηση Χριστοδουλίδη με δύο υπουργούς, οι οποίοι μάλιστα είναι και Αντιπρόεδροι του κόμματος. Δεν πρόκειται, λοιπόν, για μια χαλαρή στήριξη ή για ανοχή από τα έδρανα της Βουλής. Πρόκειται για πλήρη συμμετοχή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε ευθύνη και πολιτικό κόστος.
Κι όμως, ο Νικόλας Παπαδόπουλος επιλέγει να μιλά σαν να βρίσκεται ένα βήμα έξω από το κυβερνητικό σχήμα. Σαν να μην είχε λόγο στις αποφάσεις. Σαν να μην ήταν το κόμμα του εκείνο που στήριξε εξαρχής τον Νίκο Χριστοδουλίδη και του έδωσε την πολιτική βάση για να κυβερνήσει.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της τακτικής είναι το ζήτημα της ηλεκτρικής διασύνδεσης. Ο πρόεδρος του ΔΗΚΟ αναγνωρίζει τη γεωστρατηγική σημασία του έργου, όμως ταυτόχρονα στρέφει τα βέλη του στις καθυστερήσεις, στις αντιφατικές τοποθετήσεις κυβερνητικών αξιωματούχων και στη συνολική εικόνα ασυνεννοησίας. Το μήνυμα είναι ξεκάθαρο και προσεκτικά διατυπωμένο: Αν το έργο ναυαγήσει, η ευθύνη δεν θα βαρύνει τον ίδιο.
Στο πολιτικό παρασκήνιο, η στάση αυτή, ερμηνεύεται ως μια συνειδητή προσπάθεια αποκόλλησης από τις αστοχίες της κυβέρνησης Χριστοδουλίδη. Ο Νικόλας Παπαδόπουλος γνωρίζει ότι η φθορά της εξουσίας είναι αναπόφευκτη και ότι όσο πλησιάζουμε προς το 2028, οι λογαριασμοί θα ανοίγουν. Κανείς δεν θέλει να βρεθεί τότε απολογούμενος για αποφάσεις που σήμερα προσπαθεί να παρουσιάσει ως «ξένες».
Την ίδια ώρα, το πολιτικό στίγμα της συνέντευξης δεν απευθύνεται στον ενδιάμεσο χώρο. Απευθύνεται αλλού. Η έμφαση στην οικονομική σταθερότητα, στην αναπτυξιακή πορεία, στη γεωπολιτική αναβάθμιση της χώρας και στη σημασία των ευρωπαϊκών ενεργειακών έργων συνθέτουν ένα αφήγημα που «κουμπώνει» απόλυτα με το ακροατήριο της δεξιάς πολυκατοικίας. Το φλερτ με τον ΔΗΣΥ δεν γίνεται με δηλώσεις αγάπης, αλλά με πολιτική γλώσσα και προσεκτικά σήματα.
Αυτή η διπλή στάση ωστόσο, προκαλεί έντονες αναταράξεις στο εσωτερικό του ΔΗΚΟ. Η δημόσια επιστολή του βουλευτή Χρίστου Ορφανίδη δεν ήταν απλώς μια εσωκομματική διαφοροποίηση. Ήταν ευθεία αμφισβήτηση της ηγεσίας. Με σκληρή γλώσσα, μιλά για τακτικισμούς, για «λευκή επιταγή» προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και για αναζήτηση πολιτικής εξόδου χωρίς ανάληψη ευθύνης.
Η φράση «αφού ψάχνεις έξοδο, τόλμα και πες το» συμπυκνώνει την οργή και την αγωνία μιας μερίδας στελεχών που βλέπουν τον πρόεδρο του κόμματος να στρώνει το έδαφος για επόμενες συμμαχίες, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι το ΔΗΚΟ είναι ήδη συμμέτοχο στη σημερινή διακυβέρνηση.
Στον αντίποδα, ο βουλευτής Αμμοχώστου Χρίστος Σενέκης έσπευσε να υπερασπιστεί τη γραμμή της συνεργασίας, κάνοντας λόγο για εσκεμμένες παρερμηνείες και για προσπάθεια να παρουσιαστεί ρήξη εκεί, που δεν υπάρχει. Υπογράμμισε τα θετικά της κυβερνητικής πορείας και μίλησε για ανάγκη ενότητας και συλλογικής ευθύνης. Όμως η ίδια η ανάγκη αυτής της παρέμβασης, αποκαλύπτει ότι η σύγκρουση είναι πραγματική και βαθαίνει.
Το ΔΗΚΟ βρίσκεται πλέον σε ένα ξεκάθαρο στρατηγικό δίλημμα: Θα συνεχίσει να στηρίζει μια κυβέρνηση από την οποία ο πρόεδρός του κρατά αποστάσεις ή θα προχωρήσει, ανοιχτά πλέον, σε αναζήτηση νέων συμμαχιών; Κάτι τέτοιο δεν φαίνεται στο επόμενο διάστημα, εν μέσω μάλιστα προεκλογικής περιόδου, για τις βουλευτικές εκλογές. Η ουσία είναι μία: Οι συμμαχίες που καλλιεργούνται σήμερα, οι αποστάσεις που χτίζονται και τα σήματα που εκπέμπονται, γράφουν από τώρα το προσχέδιο των προεδρικών εκλογών του 2028. Και ο Νικόλας Παπαδόπουλος δείχνει αποφασισμένος να μην εγκλωβιστεί στη φθορά της εξουσίας, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι θα συνεχίσει προς το παρόν, να πατάει σε δύο βάρκες.
Το ερώτημα που μένει ανοιχτό είναι πόσο ακόμη μπορεί να ισορροπεί Και ποιος θα πληρώσει τελικά το κόστος, όταν έρθει η ώρα των καθαρών επιλογών.