Η κ. Κωνσταντίνου περιγράφει μια στιγμή που «πάγωσε» το πλήρωμα ασθενοφόρου:
Ένας άνδρας, τραυματισμένος και με δεκανίκια, στεκόταν ξημερώματα στον δρόμο, παρακολουθώντας τη φωτιά. «Ρε παιδιά, το σπίτι μου κάηκε;», ρώτησε με αγωνία. Οι διασώστες, γνωρίζοντας ότι η γειτονιά του είχε καταστραφεί, έμειναν αμίλητοι. «Την αλήθεια να μου πείτε και θα αντέξω, δύο μήνες είναι που μετακομίσαμε», τους είπε.
Παρά τον κίνδυνο, οι διασώστες πήραν το διασωστικό όχημα και μπήκαν στην καμένη περιοχή, για να δώσουν μια απάντηση. «Ήταν ένα άσπρο σπίτι με καμάρες», τους είπε ο ιδιοκτήτης. Και, ενάντια σε κάθε πιθανότητα, το σπίτι του ήταν το μοναδικό που είχε μείνει άθικτο: «Λες και το ακούμπησε ο Θεός».

«Το τηλεφώνημα που σου κάναμε για να σου το πούμε ίσως ήταν το καλύτερο της ζωής μας», έγραψε η κ. Κωνσταντίνου, υπογραμμίζοντας ότι η δουλειά τους δεν είναι μόνο να σώζουν ζωές, αλλά και να μοιράζονται τον πόνο και τη χαρά των ανθρώπων.
Η ανάρτησή της καταλήγει με συγκίνηση και περηφάνια για όλους όσοι πάλεψαν και πρόσφεραν στη μάχη με τις φλόγες:
«Σπουδαίοι όσοι πάλεψαν, όσοι πρόσφεραν, όσοι δεν μίλησαν, δεν δίψασαν, δεν πείνασαν και την τρίτη μέρα απλώσαν όπου βρήκαν για να ξαποστάσουν… Για αυτούς τους δυνατούς πρέπει αυτή η πατρίδα να είναι περήφανη».