Το Κυπριακό παραμένει παγιδευμένο ανάμεσα στην κόπωση της διεθνούς κοινότητας και στην απουσία στρατηγικού βάθους.
Η φετινή 80ή Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ διεξάγεται μέσα σε ένα σκηνικό παγκόσμιας αβεβαιότητας και έντονων γεωπολιτικών ζυμώσεων. Η ελληνική και κυπριακή παρουσία στη Νέα Υόρκη, αν και πολυεπίπεδη, φαίνεται να κινείται σε μια πεπατημένη χαμηλών προσδοκιών, διαχείρισης αντί στρατηγικής, ρητορικής αντί ουσίας.
Στο επίκεντρο των εξελίξεων βρίσκεται η προγραμματισμένη για σήμερα συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ταγίπ Ερντογάν, η οποία σε μια συμβολική όσο και πολιτικά αμφιλεγόμενη κίνηση, θα πραγματοποιηθεί στο πολυώροφο "Σπίτι της Τουρκίας", απέναντι από τα κεντρικά του ΟΗΕ. Η ελληνική πλευρά, αποδέχθηκε να συνομιλήσει επί τουρκικού εδάφους, έστω και διπλωματικού, σε μια στιγμή που η Άγκυρα δεν έχει μετακινηθεί ούτε κατά χιλιοστό από τις πάγιες αναθεωρητικές της θέσεις.
Η εικόνα του Έλληνα Πρωθυπουργού να εισέρχεται στο "τουρκικό σπίτι", ενώ η Άγκυρα συνεχίζει να προβάλλει απαιτήσεις σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, ενισχύει – τουλάχιστον επικοινωνιακά – τη θέση της τουρκικής πλευράς. Δεν πρόκειται μόνο για τελετουργική λεπτομέρεια. Η επιλογή του χώρου, ειδικά σε συμβολικά φορτισμένες διπλωματικές στιγμές, αντανακλά και τη δυναμική μεταξύ των συνομιλητών. Η φετινή "μετακόμιση" από ουδέτερο έδαφος (όπως το κτήριο του ΟΗΕ πέρσι) στο τουρκικό έδαφος της διπλωματίας δεν είναι ουδέτερη κίνηση.
Σφιχτή ατζέντα, ανοιχτά μέτωπα
Η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν θα γίνει σε σύνθεση 1+2 (με ΥΠΕΞ και διπλωματικούς συμβούλους) και θα διαρκέσει λιγότερο από μία ώρα. Θα εξεταστούν διμερή και περιφερειακά θέματα, ενώ για τις θαλάσσιες ζώνες δεν προβλέπεται ουσιαστική συζήτηση αλλά απλώς "αξιολόγηση". Το μεταναστευτικό, το εμπόριο, η ενέργεια και η περιφερειακή σταθερότητα (ιδίως στη Μέση Ανατολή) είναι τα θέματα που συγκροτούν τη λεγόμενη "θετική ατζέντα".
Ωστόσο, η αίσθηση που κυριαρχεί είναι πως πρόκειται για διάλογο χαμηλής έντασης και χαμηλών στόχων, περισσότερο για να διατηρηθούν ανοιχτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας παρά για να λυθούν προβλήματα. Η Άγκυρα επιμένει στις αξιώσεις της, και η Αθήνα εμφανίζεται εγκλωβισμένη σε έναν διπλωματικό ρεαλισμό που δεν οδηγεί σε λύσεις, αλλά σε στασιμότητα.
Η σιωπηλή υποχώρηση του Κυπριακού
Ενδεικτική αυτής της στρατηγικής κόπωσης, είναι η θέση του Κυπριακού στη συνολική διπλωματική ατζέντα. Η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν δεν θα έχει το Κυπριακό ως προτεραιότητα – αν και η ελληνική πλευρά σκοπεύει, σύμφωνα με διαρροές, να το "θέσει". Στην πράξη, η Κύπρος αντιμετωπίζεται όλο και περισσότερο ως υποσημείωση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, παρά ως πυρήνας των προβλημάτων που μαστίζουν την Ανατολική Μεσόγειο.
Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης, θα μιλήσει στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ την Τετάρτη, με στόχο να επαναφέρει το Κυπριακό στο επίκεντρο της διεθνούς προσοχής. Θα υπερασπιστεί τη γραμμή της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας και θα καλέσει τον ΟΗΕ και την Ε.Ε. να αναλάβουν πιο ενεργό ρόλο. Ωστόσο, τα περιθώρια ελιγμών είναι περιορισμένα. Η Άγκυρα και ο κατοχικός ηγέτης Ερσίν Τατάρ, εμμένουν στη λύση δύο κρατών, μια πρόταση που καταπατά τα ψηφίσματα του ΟΗΕ και το διεθνές δίκαιο.
Η τριμερής συνάντηση του Σαββάτου 27 Σεπτεμβρίου μεταξύ Γκουτέρες, Χριστοδουλίδη και Τατάρ ενδέχεται να είναι η τελευταία πράξη ενός φαύλου κύκλου. Οι προσδοκίες είναι εξαιρετικά χαμηλές. Η διεθνής κοινότητα δείχνει απρόθυμη να επενδύσει διπλωματικό κεφάλαιο σε ένα ζήτημα που χρονίζει, ενώ η de facto διχοτόμηση παγιώνεται μέρα με τη μέρα.
Διπλωματία χωρίς στρατηγική
Η φετινή παρουσία Ελλάδας και Κύπρου στον ΟΗΕ μοιάζει με άσκηση διπλωματικής επιβίωσης, όχι πολιτικής πρωτοβουλίας. Η επιμονή στον "ρεαλισμό" μεταφράζεται τελικά σε αποδοχή του στάσιμου, σε συντήρηση του υπάρχοντος.
Η απουσία μιας συνολικής στρατηγικής για την Ανατολική Μεσόγειο – που να περιλαμβάνει την Κύπρο ως ισότιμο κρίκο και όχι ως αδύναμο εξάρτημα – είναι πλέον εμφανής. Η επιλογή να γίνονται "συζητήσεις για να μη διακόπτονται οι σχέσεις", χωρίς διεκδίκηση ουσίας, έχει κόστος. Και το μεγαλύτερο μέρος αυτού του κόστους το πληρώνει η Λευκωσία.