Η επιστροφή του Μιχάλη Γιακουμή στο ΔΗΚΟ και η άμεση ένταξή του στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος μέχρι τη διάλυση της Βουλής ερμηνεύεται από πολιτικούς παρατηρητές ως κίνηση ενίσχυσης της κοινοβουλευτικής ισχύος του ΔΗΚΟ σε μια κρίσιμη χρονική συγκυρία. Παρά το αφήγημα περί υπέρβασης διαφορών και πολιτικής ωριμότητας, η εξέλιξη αυτή αναδεικνύει τη στρατηγική επιλογή της ηγεσίας του κόμματος να επαναπατρίσει πρόσωπα με πολιτικό και κοινοβουλευτικό εκτόπισμα, ενισχύοντας τους συσχετισμούς στο εσωτερικό της Βουλής.
Ωστόσο, η συγκεκριμένη κίνηση δεν έγινε σε πολιτικό κενό. Η αντίδραση της ΔΗΠΑ υπήρξε άμεση και ιδιαίτερα αιχμηρή, με την ηγεσία της να αμφισβητεί ευθέως τόσο τα κίνητρα όσο και τη συνολική πολιτική πρακτική του ΔΗΚΟ. Ο αντιπρόεδρος της ΔΗΠΑ, Μαρίνος Κλεάνθους, έκανε λόγο για «φαινόμενα προσχηματικών μεταγραφών και συγκυριακών συνεργασιών», χρησιμοποιώντας μάλιστα τον όρο «λυκοφιλία» για να περιγράψει την κατάσταση.
«Λυκοφιλία είναι η προσχηματική συνεργασία που παρουσιάζεται ως συμμαχία, χωρίς ειλικρίνεια και χωρίς κοινές αρχές. Αυτό ακριβώς ζούμε σήμερα στο ΔΗΚΟ του κ. Νικόλα Παπαδόπουλου, μέσα από τις λεγόμενες μεταγραφές», ανέφερε χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με τον κ. Κλεάνθους, τέτοιες κινήσεις δεν βασίζονται σε πολιτική σύγκλιση και ουσιαστικό διάλογο, αλλά σε κοινά και συγκυριακά συμφέροντα, γεγονός που –όπως υποστηρίζει– υπονομεύει την εμπιστοσύνη των πολιτών και τη θεμελίωση ενός αξιόπιστου Κέντρου.
Η κριτική της ΔΗΠΑ αποκτά μεγαλύτερο βάθος, αν ιδωθεί στο πλαίσιο μιας σειράς παρόμοιων επιλογών του ΔΗΚΟ. Υπενθυμίζεται ότι, πέραν του Μιχάλη Γιακουμή, το κόμμα έχει ήδη ανακοινώσει και την αριστίνδην υποψηφιότητα του Ανδρέα Αποστόλου, ο οποίος αποχώρησε από την ΕΔΕΚ. Η συγκεκριμένη εξέλιξη ενισχύει το επιχείρημα όσων υποστηρίζουν ότι το ΔΗΚΟ επιχειρεί να ενδυναμωθεί μέσω διαδοχικών «μεταγραφών» στελεχών από άλλα κόμματα του Κέντρου και της ευρύτερης κεντροαριστεράς, χωρίς να προηγείται συλλογικός διάλογος ή θεσμική συνεννόηση.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η απόφαση του ΔΗΚΟ να συμπεριλάβει στο πολιτικό του δυναμικό τον Γιώργο Παπαδόπουλο, που προέρχεται από την ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ, η οποία συμπορεύεται με το ΔΗΚΟ στις βουλευτικές εκλογές του 2026. Για επικριτές του ΔΗΚΟ, οι επιλογές αυτές δεν συνιστούν πολιτική ανανέωση, αλλά έναν προεκλογικό σχεδιασμό που βασίζεται στην αναγνωρισιμότητα και την προσωπική απήχηση, ακόμη κι αν αυτή συνοδεύεται από πολιτικό και θεσμικό φορτίο. Από την άλλη πλευρά, η ηγεσία του κόμματος επιχειρεί να παρουσιάσει τις κινήσεις αυτές ως μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας ενίσχυσης του Κέντρου και συγκρότησης μιας πιο ισχυρής πολιτικής παρουσίας.
Την ίδια ώρα, στο παρασκήνιο αναπτύσσεται μια ευρύτερη συζήτηση για τις μετεκλογικές συνεργασίες. Οι πρόσφατες δηλώσεις του βουλευτή του ΔΗΣΥ, Χάρη Γεωργιάδη, ο οποίος εξέφρασε ικανοποίηση για τη συνεργασία με το ΔΗΚΟ και τα κόμματα του Κέντρου σε κρίσιμα ζητήματα οικονομικής πολιτικής, τροφοδότησαν σενάρια για πιθανές συγκλίσεις μετά τις εκλογές. Χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε δημόσια ένδειξη πρωτοβουλίας από τον Νικόλα Παπαδόπουλο προς αυτή την κατεύθυνση, οι τοποθετήσεις αυτές δείχνουν ότι το πολιτικό περιβάλλον ενδέχεται να οδηγήσει, εκ των πραγμάτων, σε συνεργασίες που σήμερα αποφεύγονται να ειπωθούν ανοιχτά.
Σε ένα κατακερματισμένο κοινοβουλευτικό σκηνικό, οι αριθμοί και οι συσχετισμοί ενδέχεται να επιβάλουν λύσεις συνεργασίας, ανεξαρτήτως ρητορικής. Το αν οι πρόσφατες κινήσεις του ΔΗΚΟ αποτελούν μέρος ενός συνεκτικού στρατηγικού σχεδιασμού ή απλώς διαχειριστικές επιλογές της προεκλογικής περιόδου, θα κριθεί μετά την κάλπη. Προς το παρόν, το Κέντρο παραμένει σε αναβρασμό, με τις αντιπαραθέσεις να βαθαίνουν και τις πολιτικές ισορροπίες να παραμένουν ρευστές.


